Σε μια μικρή πόλη, όλοι οι κάτοικοι κοιμόντουσαν  πάντα με τα παραθυρόφυλλα κλειστά. Τα παιδιά, οι μικρές ψυχές της κοινότητας, δεν γνώριζαν τη λάμψη των αστεριών. Εκείνα τα φώτα στον ουρανό, που για πολλούς ήταν μαγικά, ήταν αόρατα για τα παιδιά αυτά. Ο λόγος; Ένα παλιό, μαγικό δέντρο που απλώνονταν στο κέντρο της πόλης.

Το δέντρο είχε εκατοντάδες φωλιές, κατοικίες των πουλιών που ανά δεκαετίες είχαν εγκατασταθεί εκεί. Αυτά τα πουλιά, γνωστά με το όνομα “Πεταλούδες του Σκότους”, ήταν περίεργα όντα. Δεν κοίταζαν ποτέ προς τα άστρα, αλλά έλαμπαν με μια δική τους φωτεινότητα. Και το μεγαλύτερο μυστικό τους ήταν ότι μπορούσαν να μοιραστούν αυτή τη φωτεινότητα με τα παιδιά που ζούσαν κάτω από το δέντρο τους.

Οι πεταλούδες ένιωθαν τις σκέψεις και τα όνειρα των παιδιών. Κάθε βράδυ, όταν τα παραθυρόφυλλα έκλειναν και η πόλη πέφτει στον ύπνο της, οι πεταλούδες εκτόξευαν αστραπές από τα φτερά τους. Στον ουρανό πάνω από την πόλη, έφτιαχναν μια λαμπερή γέφυρα από φως που έφτανε μέχρι το παράθυρο του κάθε παιδιού.

Ένα από τα παιδιά, η μικρή Ελένη, δεν καταλάβαινε πώς εκείνη μόνο είχε την τύχη να βλέπει τα φώτα αυτά. Κάθε βράδυ, προτού κοιμηθεί, ανοιγοκλείνει τα μάτια της με μαγεία, αφήνοντας την αφηγηματική γέφυρα να γεφυρώνει το χάσμα ανάμεσα στη γη και τον ουρανό.

Οι πεταλούδες, με τα φτερά τους να φωτίζουν όλο και πιο έντονα, αντάλλασσαν μυστικά μαζί της. Έμαθαν τις ιστορίες της, τις ελπίδες της, τους φόβους της. Και κάθε φορά που ένα αστέρι έσβηνε στον ουρανό, οι πεταλούδες της έφερναν ένα νέο, λαμπερό αστέρι, για να φωτίσει το σκοτεινό της δρόμο.

Η Ελένη έμαθε να ονειρεύεται με ανοιχτά μάτια, να βλέπει τη μαγεία που άλλοι δεν μπορούσαν να διακρίνουν. Το χαμόγελο της, ένα φως που άναβε στην καρδιά της, αντανακλούνταν στα φτερά των πεταλούδων.

Και έτσι, οι πεταλούδες του σκότους και το κοριτσάκι που δεν κοίταζε τα άστρα έφτιαξαν έναν κόσμο φωτεινότερο από κάθε άλλον, όπου τα όνειρα γίνονταν πραγματικότητα και η μαγεία ζούσε σε κάθε αναπνοή.

Share:

Leave a Comment

Your email address will not be published.